Ο αστικός χώρος: Ένα δημόσιο αγαθό υπό διωγμόν
Γενικότερα στη χώρα μας και ειδικά στην πόλη μας για λόγους που δια βραχέων θα θίξω στη συνέχεια, ο δημόσιος αστικός χώρος (και όχι μόνο, αλλ’ αυτό είναι μια άλλη ευρύτερη συζήτηση) τελεί υπό διωγμόν.
Ο αστικός χώρος, δημόσιο αγαθό
Το πρώτο που έχω να σημειώσω είναι, ότι δεν υπάρχει επαρκής συνειδητοποίηση της σημασίας του αστικού χώρου, του πολεοδομημένου χώρου, ως δημοσίου αγαθού.
Οι αρχαίοι Έλληνες, ιδρυτές της ορθολογικής σκέψης και της εφαρμογής της στη δημόσια ζωή, έλεγαν: «πόλις, άνθρωποι εσίν». Η πόλη είναι οι κάτοικοί της. Δεν έλεγαν η Αθήνα, η Κόρινθος, η Μίλητος αλλά οι Αθηναίοι, οι Κορίνθιοι, οι Μιλήσιοι.
Οι Αθηναίοι, οι Κορίνθιοι όχι ως αθροίσματα ατόμων αλλά ως (δια)βουλευόμενο και συλλογικώς πράττον σύνολο.
Αυτού του συνόλου η κοινή βούληση, η ποιότητα και η ικανότητα αυτοπειθαρχίας διαμόρφωσαν και το χώρο της πόλης ως χώρο συνάντησης, κοινής ζωής, φιλοκαλίας, ατομικής και συλλογικής ταύτισης.
Κατά κάποιον τρόπο, όπως στη σύγχρονη φυσική αναγνωρίζεται ότι η μάζα παράγει και διαμορφώνει το χώρο, έτσι και η δημόσια συγκρότηση (ή η έλλειψή της) της κοινής βούλησης των πολιτών διαμορφώνει το αστικό χώρο.
Υπό το φως των ανωτέρω μπορεί να διατυπωθεί η θέση, ότι η πόλη είναι πρωτίστως οι δημόσιοι χώροι της.
Η παθολογία του αστικού χώρου
Συνεπώς, αν σε μια πόλη αυτοί είναι λιγότεροι από τους αναγκαίους, δεν εντάσσονται σε συνολικό σχεδιασμό, μειώνονται και καταλαμβάνονται χωρίς επαρκή αντίσταση τότε η πόλη πάσχει, αδυνατεί να ξεπεράσει το επίπεδο του αθροίσματος ανταγωνιστικών ατόμων και να υπάρξει ουσιαστικώς ως πόλη.
Συνακόλουθα η ανωτέρω παθολογία αντανακλάται και στην ποιότητα της κίνησης ανθρώπων και αντικειμένων σ’ αυτήν γιατί, βέβαια, ο αστικός χώρος περιλαμβάνει και καθορίζεται πρωτίστως από την κίνηση σ’ αυτόν.
Τα προβλήματα, δηλαδή, της κίνησης στον αστικό χώρο είναι αναπόσπαστα δεμένα με
• την επάρκειά του
• την κατανομή του στο συνολικό χάρτη της πόλης
• την ύπαρξη και το βαθμό τήρησης κανόνων χρήσης του.
Ας πάμε σε πιο συγκεκριμένες διατυπώσεις.
Όταν λέμε «κυκλοφοριακό πρόβλημα» εννοούμε όλοι το ίδιο;
• κάποιοι εννοούν το ότι δυσκολεύονται να σταθμεύσουν όπου και όταν θέλουν
• κάποιοι άλλοι το πιο φανερό: τα συχνά μποτιλιαρίσματα ήτοι την αυτοαναίρεση του αυτοκινήτου ως τέτοιου
Και οι δυο όμως αυτές, συμπληρωματικές εξάλλου αντιλήψεις θεωρούν ως αυτονόητο ένα πράγμα: ότι όταν μιλάμε για κυκλοφορία εννοούμε την κυκλοφορία των οχημάτων με μηχανή εσωτερικής καύσεως.
Βίαιος σφετερισμός
Όμως «άνθρωποι πόλις εισίν». Διότι υπάρχουν και οι πεζοί. Οι πεζοί οι οποίοι έχουν επίσης το δικαίωμα όχι μόνο να κινούνται αλλά και να έχουν χώρους συνάντησης και αναψυχής.
Και οι οποίοι βλέπουν τον διαθέσιμο γι’ αυτούς χώρο να περιορίζεται συνεχώς από κινητά και ακίνητα εμπόδια.
Τα πανταχού παρόντα και σταθμεύοντα οχήματα μετατρέπουν πλατείες, πεζοδρόμους, πεζοδρόμια σε αυθαίρετα παρκιγκ.
Ότι μένει οικοπεδοποιείται κυριολεκτικά με το έτσι θέλω, από τα επίσης πανταχού παρόντα, περίπτερα που έχουν γίνει μικρά σούπερ μάρκετ αλλά και εμπορεύματα άλλων καταστημάτων κάθε είδους.
Ουσιαστικά πρόκειται για βίαιη ιδιωτικοποίηση ενός εν ανεπαρκεία – ιδίως στην Ελλάδα και ειδικά στην Πάτρα- δημοσίου αγαθού. Να σημειώσουμε ακόμη, ότι ο οδηγός που καταλαμβάνει το πεζοδρόμιο είναι θωρακισμένος έναντι του ανυπεράσπιστου πεζού, ο καταστηματάρχης που καταλαμβάνει τον κοινόχρηστο χώρο, υπερασπίζεται με νύχια και με δόντια το βλαπτικό, για το δημόσιο αγαθό που λέγεται κίνηση των πεζών, συμφέρον του.
Ο Δήμος και η Πολιτεία που βλέπουν το κυκλοφοριακό αποκλειστικά ως πρόβλημα έλλειψης χώρων για οδόστρωμα και για στάθμευση, ουσιαστικά ανατροφοδοτούν το φαύλο κύκλο, που προκαλεί η προτεραιότητα της αυτοκίνησης έναντι κάθε άλλης χρήσης των κοινόχρηστων χώρων.
Η επιδείνωση του φαύλου αυτού κύκλου διώχνει τους κατοίκους των κέντρων των πόλεων προς προάστια – υπνουπόλεις, ενισχύοντας την ζήτηση μετακινήσεων με ι.χ.
Αν στα παραπάνω προστεθεί (όπως οφείλει, γιατί η αστική κινητικότητα είναι αναπόσπαστο μέρος της όλης πολεοδομικής πολιτικής) το ελληνικό παράδοξο, που ζούμε και στην Πάτρα, πρώτα δηλαδή ν’ αφήνουμε τον κόσμο να κτίζει όπως θέλει και μετά να επεκτείνουμε το σχέδιο (ας το πούμε έτσι), έχουμε ως αποτέλεσμα δύσμορφα και τερατώδη αθροίσματα κτισμάτων και όχι πόλη.
Τι κάνουμε λοιπόν;
Ίσως πρέπει ν’ αρχίσουμε από το τι δεν κάνουμε.
Τα κέντρα λήψης δημοσίων αποφάσεων αποφεύγουν να παρουσιάζουν πλήρη την εικόνα του προβλήματος. Συχνά συντηρούν αυταπάτες για ύπαρξη τεχνικών λύσεων χωρίς ουσιαστικές μεταβολές στην καθημερινή συμπεριφορά του κοινού.
Όμως, όπως προείπαμε, ο δημόσιος αστικός χώρος για να λειτουργήσει ω υπόβαθρο μιας ανθρώπινης πόλης έχει ανάγκη σχεδιασμένης ρυθμιστικής πολιτικής διαχείρισης. Έχει ανάγκη συνεχούς προστασίας έναντι των αρπακτικών βλέψεων που οδηγούν στη σαλαμοποίησή του ή τον λειτουργικό του κατακερματισμό που σημαίνει πρακτικά, την αχρήστευσή του.
Δημόσιες αρχές, οργανωμένοι συλλογικοί φορείς, απλοί ευαισθητοποιημένοι πολίτες οφείλουν να δίνουν συνεχώς την μάχη για:
• διατήρηση και διεύρυνση του κοινόχρηστου αστικού χώρου
• ίση πρόσβαση στη χρήση του δημόσιου αστικού χώρου από δυνατούς (βλ. εποχούμενους) και αδυνάτους
• συνειδητοποίηση της ανάγκης η όποια δυσανάλογα μεγάλη χρήση (π.χ. στάθμευση στο ιστορικό κέντρο) οφείλει να τίθεται στα πλαίσια κανόνων και να τιμολογείται, για λόγους ορθής διαπαιδαγώγησης του πολίτη αλλά και ουσίας.
• Προώθηση της συλλογικής χρήσης του χώρου ήτοι προτεραιότητα σε ήπια και μαζικά μέσα μεταφοράς όσον αφορά την κίνηση στον πυκνοδομημένο αστικό ιστό.
• Εμμονή στα αναγκαία μέτρα συλλογικής χρήσης (π.χ. ποδηλατόδρομοι, παρκόμετρα, λεωφορειολωρίδες) και σταθερή στο χρόνο υπεράσπισή τους από αρπακτικά και θορυβώδη ιδιοτελή συμφέροντα.
• Εμμονή στην προώθηση της συνειδητής συλλογικής χρήσης του αστικού χώρου.
Μόνο έτσι μπορούμε να ξαναμιλήσουμε για πόλη με «π» κεφαλαίο.
Μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα έχουμε μια πόλη συλλογικό δημιούργημα και χώρο ανάδειξης του κάθε «εγώ» μέσα από τη συνάντησή του με το «εμείς».
Μια πόλη που δεν θ’ ασφυκτιά και δεν θα συνθλίβει με τη σειρά της τον πολίτη.
Μια βιώσιμη πόλη με βιώσιμη κινητικότητα των πολιτών της.
Γιώργος Κανέλλης
|